Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Τέσσερις μύθοι που στηρίζουν τη χειραγώγηση των δημοσκοπήσεων
Ποτέ άλλοτε προεκλογική περίοδος δεν χαρακτηρίστηκε από τέτοια κατάχρηση δημοσκοπήσεων όπως η φετεινή. Ποτέ, επίσης, σε τέτοιο βαθμό οι δημοσκοπήσεις δεν εντάχθηκαν τόσο οργανικά στο ‘παιχνίδι των εντυπώσεων’ και της προπαγάνδας. Η απουσία θεσμικού πλαισίου, η γενικότερη χαμηλή παιδεία του δημόσιου περιβάλλοντος, αλλά και η διαπλοκή πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων με τα ΜΜΕ, διαμόρφωσαν μια θλιβερή κατάσταση μέσα στην οποία διάφοροι μαθητευόμενοι μάγοι (δημοσκόποι, διαφημιστές, επικοινωνιολόγοι, δημοσιογράφοι και πολιτικοί) αναπαράγουν μονότονα στερεότυπα. Οι δημοσκοπήσεις αναγορεύθηκαν σε βασικό εργαλείο χειραγώγησης και διαμόρφωσης της γνώμης και στη βάση αυτή αναπτύχθηκε μια συγκεκριμένη μυθολογία. 
 
Μύθος 1: «Οι πολιτικές τάσεις διαμορφώνονται μέσα στην προεκλογική περίοδο και διαμέσου της εκλογικής καμπάνιας και των επικοινωνιακών κινήσεων. Αρα ‘όλα παίζονται’ μέχρι την τελευταία στιγμή». 
Η άποψη αυτή, συνεπής στην αλλαζονεία της, θεωρεί τις κοινωνικές διεργασίες χειραγωγίσιμες και ανατρέψιμες ανά πάσα στιγμή. Ισχύει βεβαίως το ακριβώς αντίθετο, κι’αυτό είναι άλλωστε που έχουν αποδείξει διεθνώς και διαχρονικά όλες οι έρευνες πολιτικής κοινωνιολογίας. Οι βασικές πολιτικές τάσεις διαμορφώνονται πολύ καιρό πριν τις εκλογές και μένει στην τελική προεκλογική περίοδο να διαμορφωθούν οι ποσοτικές λεπτομέρειες. Ολες οι πολιτικές εξελίξεις μετά το Δεκέμβριο 2003 που επενδύθηκαν με τεράστιες επικοινωνιακές υποστηρίξεις (αποχώρηση Σημίτη, ανάδειξη Γιώργου Παπανδρέου, Συνέδριο ΠΑΣΟΚ και άμεση εκλογή, συνεργασία Μάνου και Ανδριανόπουλου με το ΠΑΣΟΚ) είχαν τελικά ελάχιστη επίδραση στην πολιτική συμπεριφορά. Το ποσοστό μετακίνησης από ΠΑΣΟΚ σε ΝΔ δεν μειώθηκε (10% της δύναμης ΠΑΣΟΚ 2000 κατά μέσο όρο), η αντίστροφη μετακίνηση δεν δημιουργήθηκε, ενώ και τα ποσοστά συσπείρωσης των δύο κομμάτων παραμένουν πεισματικά τα ίδια (80% για το ΠΑΣΟΚ κατά μέσο όρο και 93% για τη ΝΔ). Ισως, η αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ να επιτάχυνε τη σχετική αύξηση της συσπείρωσής του, κάτι που θα γινόταν με πιο αργούς ρυθμούς έτσι κι’αλλιώς, πάντως σε καμμία περίπτωση δεν δημιούργησε το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Οι ‘επικοινωνιολόγοι της αλλαγής’ και το σύστημα προβολής τους είναι εκτεθειμένοι.
 
Μύθος 2: «Οι αναποφάσιστοι θα κρίνουν το τελικό αποτέλεσμα και επειδή προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ του δίνουν μεγαλύτερες ελπίδες για την τελική νίκη».
Η μυθολογία των ‘αναποφασίστων’ υπήρχε βεβαίως πάντοτε, αλλά ειδικά σε αυτήν την προεκλογική περίοδο έχουν αναγορευθεί στο ισχυρότερο επιχείρημα της χειραγωγικής χρήσης. Ομως, είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό ότι όλες οι έρευνες με χρήση κάλπης αυτής της εποχής, από όλες τις εταιρείες, έχουν εξαιρετικά μικρό ποσοστό ‘αδιευκρίνιστης ψήφου’ (που φθάνει έως 10% το πολύ), ενώ οι δηλωμένοι ‘αναποφάσιστοι’ κυμαίνονται μεταξύ 2-3.5% (η προχθεσινή έρευνα της VPRC τους κατέγραψε στο 2.9%). Εξ’αυτών πράγματι το 30-35% προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ του 2000. Αλλά, τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι το ποσοστό αυτό θα ξαναψηφίσει ΠΑΣΟΚ; Και, επιπλέον, ακόμα κι’αν υποτεθεί ότι γινόταν κάτι τέτοιο πώς θα ανατρεπόταν μαθηματικά η διαφορά από το πρώτο κόμμα;
Το εβδομαδιαίο τηλεφωνικό βαρόμετρο της VPRC που διεξάγεται από τις 19 Ιανουαρίου, εμφανίζει πράγματι, λόγω μεθόδου, μεγαλύτερο ποσοστό ‘αναποφάσιστων’ ψηφοφόρων, που πράγματι, επίσης, προέρχονται κατά το ένα τρίτο τουλάχιστον από το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, όπως φαίνεται στον Πίνακα 1, ενώ η τάση του ποσοστού τους τους είναι πτωτική η διαφορά των δύο κομμάτων παραμένει αμετάβλητη. Συνεπώς, το επιχείρημα περί ‘αναποφασίστων’ που θα καθορίσουν εν τέλει τις εκλογές είναι απολύτως αίολο.
 
ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Εξέλιξη ‘αποφασισμένων’ και ‘μη-αποφασισμένων’ ψηφοφόρων 19/1/2004 – 17/2/2004 (ποσοστό %)
    
 
19-20/1
21-22/1
26-27/1
28-29/1
2-3/2
4-5/2
9-10/2
11-12/2
16-17/2
‘Αποφασισμένοι’
72
75
77
79
78
78
80
84
85
‘Αναποφάσιστοι’
24
22
21
19
20
19
18
15
15
Πηγή: Τηλεφωνικό Βαρόμετρο VPRC, αθροιστικό δείγμα 10.853 άτομα
 
Μύθος 3: «Οι νέοι ψηφοφόροι κινούνται προς το ΠΑΣΟΚ λόγω Γιώργου Παπανδρέου».
Οι νέοι ψηφοφόροι είναι περίπου 550.000. Θα ψηφίσουν όλοι/ες άραγε; Η αποχή σ’αυτό το εκλογικό σώμα προβλέπεται να είναι κατά τι μεγαλύτερη από τη γενική αποχή. Και θα ψηφίσουν όλοι/ες αποκλειστικά ΠΑΣΟΚ; Από πού προκύπτει αυτό;
Στο απολύτως ευμετάβλητο αυτό ως προς την εκλογική συμπεριφορά του εκλογικό σώμα, πράγματι το ΠΑΣΟΚ εμφάνισε αρχικά μια δυναμική που ωστόσο εξαντλήθηκε γρήγορα. Το νέο ηλικιακά εκλογικό σώμα είναι, επίσης, ένα προνομιακό εκλογικό σώμα για τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς (η τελευταία έρευνα με κάλπη της VPRC κατέγραψε γι’αυτόν πρόθεση ψήφου περίπου 5.5%), για τα μικρά εν γένει πολιτικά σχήματα, αλλά και για ‘αντιπολιτικές’ συμπεριφορές (λευκό/άκυρο, Αποχή). Οπως φαίνεται και στον Πίνακα 2, η σχέση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων εμφανίζει μεγάλη ρευστότητα, η οποία κυρίως αφορά στη ΝΔ. Το σίγουρο είναι ότι ο μύθος των ‘νέων’ που ψηφίζουν ΠΑΣΟΚ (Γ.Παπανδρέου) και που συντηρείται από διάφορες πλευρές δεν ισχύει.    
 
ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Εξέλιξη της πρόθεσης ψήφου στους νέους ψηφοφόρους (όσοι θα ψηφίσουν για πρώτη φορά) 19/1/2004 – 17/2/2004 (ποσοστό %)
    
 
19-20/1
21-22/1
26-27/1
28-29/1
2-3/2
4-5/2
9-10/2
11-12/2
16-17/2
ΠΑΣΟΚ
46
28
28
23
26
26
37
39
34
ΝΔ
18
30
19
16
28
29
39
26
33
Πηγή: Τηλεφωνικό Βαρόμετρο VPRC, αθροιστικό δείγμα 10.853 άτομα
 
Μύθος 4: «Ο δείκτης του καταλληλότερου πρωθυπουργού είναι θετικός για τον Γιώργο Παπανδρέου και δείχνει την υπεροχή του έναντι του Κ.Καραμανλή, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην εκλογική συμπεριφορά».
Ο δείκτης αυτός, που έχει αναγορευθεί σε κεντρικό πολιτικό στοιχείο της προεκλογικής περιόδου, εμφανίζει πράγματι μια μικρή υπεροχή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ (2-5 ποσοστιαίες μονάδες). Ωστόσο, αποκρύβεται τεχνηέντως ότι είναι πολύ μικρότερη από αυτήν που είχε ο Κ.Σημίτης έναντι του Κ.Καραμανλή στις εκλογές του 2000 και που κατά μέσον όρο καταγραφόταν στις 16 μονάδες διαφορά. 
 
Αγνοείται, επίσης, ότι ο δείκτης του ‘καταλληλότερου πρωθυπουργού’ προέρχεται από την εμπειρική ερευνητική παράδοση χωρών, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία, που έχουν προεδρικό πολιτικό σύστημα (ψηφίζουν δηλ. πρόσωπο για την κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας). Εχει όμως πολύ μικρότερη σημασία σε χώρες, όπως η Ελλάδα, όπου πλέον έχει διαμορφωθεί ‘κομματοκεντρική’ πολιτική παράδοση που ενσωματώνει τη δυναμική των προσώπων. Για το λόγο αυτό άλλωστε, το ΠΑΣΟΚ το 1996 κέρδισε τις εκλογές με 3.5% διαφορά από τη ΝΔ, όταν ο δείκτης του καταλληλότερου πρωθυπουργού έδειχνε κατά μέσο όρο 35 μονάδες διαφορά μεταξύ Σημίτη και Εβερτ, ενώ το 2000 κέρδισε με διαφορά 1.1%, όταν το αντίστοιχο προβάδισμα, όπως προαναφέρθηκε, ήταν υπερπολλαπλάσιο.