Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Γεννιέται ένα νέο πολιτικό κόμμα;
Η εξαγγελία από τον Στ.Παπαθεμελή της δημιουργίας ενός νέου πολιτικού σχηματισμού δεν μπορεί παρά να προκαλεί προβληματισμό. Οχι τόσο για αυτή καθαυτή την πρωτοβουλία όσο για την αποτελεσματικότητα της κίνησης. Είναι απολύτως κατανοητή η σημερινή διαφοροποίηση του βουλευτή και η αποχώρησή του από ένα κόμμα που βρίσκεται σε διαφορετική τροχιά από τις δικές του απόψεις, αλλά και, σε μεγάλο βαθμό, από την ιστορικά διαμορφωμένη πολιτική φυσιογνωμία του.
Ωστόσο, το ερωτηματικό για την προοπτική του νέου πολιτικού φορέα είναι μεγάλο. Πόσο και πώς μπορεί να επιδράσει ένας ακόμα μικρός πολιτικός οργανισμός, με τοπική κατά βάση επιρροή (κυρίως Θεσσαλονίκη) και με έντονα, ίσως, ‘θεματικά’ στοιχεία πολιτικού λόγου (‘εθνική ταυτότητα’, ‘εκκλησιαστική παράδοση’, κ.λπ) στο ισχυρό και συμπαγές δικομματικό σύστημα; Και επίσης, πόσο και πώς μπορεί να επιδράσει στις όποιες εξελίξεις και αναδιατάξεις συσχετισμών στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, στόχος λιγότερο δηλωμένος όμως προφανής;
Η προοπτική δημιουργίας ενός ‘πόλου’ συγκέντρωσης των πολιτικών δυνάμεων που βρίσκονται σε αντιπαράθεση με τη σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, προσβλέποντας σε μελλοντικές ανακατατάξεις, θα ήταν αποτελεσματική αν μπορούσε να λειτουργήσει πολυσυλλεκτικά και ταυτόχρονα συνθετικά, όπως ακριβώς πολυσυλλεκτικό και συνθετικό ήταν πάντοτε το ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Στη σημερινή συγκυρία ωστόσο παρακολουθούμε την ακριβώς αντίστροφη διαδικασία. Μοναχικές στην ουσία πορείες πολλών πρώην στελεχών και βουλευτών, ακόμα και όταν παίρνουν τη μορφή ‘κομμάτων’ ή πολιτικών κινήσεων (ΔΗΚΚΙ, ‘Κόμμα Παπαθεμελή). Κατ’αυτόν τον τρόπο, είναι αδύνατον να ανταποκριθούν πολιτικά και κατά το δυνατόν πειστικά, τόσο στην ανακοπή του υπαρκτού εκλογικού ρεύματος ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ 2000 προς τη Νέα Δημοκρατία, όσο και στη συσπείρωση των σημαντικών αλλά διάσπαρτων δυνάμεων του ‘απογοητευμένου ΠΑΣΟΚ’.  
 Ταυτόχρονα, οι κινήσεις αυτές, παρά την εντιμότητα και τις καλές προθέσεις των στελεχών τους, βρίσκονται σε σχεδόν πλήρη αντιδιαστολή με την κοινωνική ριζοσπαστική κινητικότητα που αναπτύσσεται. Ο πολιτικός τους λόγος είναι ‘αντιφατικός’, η κοινωνική τους παρέμβαση σχεδόν μηδενική, κυριαρχούν τα ‘συντηρητικά’ και όχι τα ‘ανατρεπτικά’ πολιτικά εργαλεία στην ανάλυσή τους, ενώ ο πολιτικός τους προσανατολισμός εξαντλείται στον ιστορικό χώρο του ΠΑΣΟΚ (που έχει αλλάξει κατά πολύ σύνθεση και ιδεολογία). Ετσι, τα πολιτικά αυτά μορφώματα δεν μπορούν βεβαίως να συνεργαστούν με την παραδοσιακή αριστερά (παρά τις συγκλίσεις), δεν μπορούν να συμβάλλουν ή και να συμμετάσχουν στη διαμόρφωση μιας εναλλακτικής αριστεράς, δεν μπορούν να ανακόψουν τη μετακίνηση φτωχών και νεόπτωχων κοινωνικών στρωμάτων (που αποτελούσαν τη βάση των μη-προνομιούχων του ιστορικού ΠΑΣΟΚ) προς τη Νέα Δημοκρατία και, τέλος, χάνουν ολοένα και περισσότερο τα ερείσματά τους στον ίδιο τον οργανωμένο κόσμο και μηχανισμό του ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για μια διαδικασία προϊούσας περιθωριοποίησης.
Μπορεί να ανακοπεί μια τέτοια πορεία για αυτά τα (πολλά) πολιτικά στελέχη και τα μορφώματα; Υπό τις σημερινές συνθήκες είναι αδύνατον. Μικρές εκλογικές επιδράσεις σε επιμέρους εκλογικές περιφέρειες μπορεί βεβαίως να έχουν, ωστόσο αξιόλογες αλλαγές δεν θα επιφέρουν.