Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Η συζήτηση για τον νέο εκλογικό νόμο
Από τις προτάσεις της κυβέρνησης για τον εκλογικό νόμο που παρουσιάστηκαν την Πέμπτη 17/7 συμπεραίνεται γενικά ότι το κυβερνητικό επιτελείο έχει εμπλακεί στη διαχείριση μιας θεμελιώδους αντίφασης: ή θα προκριθεί η ιδέα της κυβερνητικής σταθερότητας με ισχυρές κοινοβουλευτικά κυβερνήσεις και, κατά συνέπεια θα οδηγηθούμε σε ένα εκλογικό σύστημα που θα ενισχύει τα κόμματα διακυβέρνησης ή, αντίθετα, θα προκριθεί η ιδέα της γνήσιας αντιπροσώπευσης των υπαρκτών πολιτικών τάσεων και, κατά συνέπεια, θα οδηγηθούμε σε ένα σύστημα απλής αναλογικής ή τουλάχιστον αναλογικότερο αυτού που ισχύει σήμερα.
Η διάθεση της κυβέρνησης, όπως διακηρύχθηκε δια στόματος Πρωθυπουργού είναι να κάνει και τα δύο πράγματα ταυτοχρόνως. Ωστόσο, οι ασάφειες και τα σκοτεινά σημεία που χαρακτηρίζουν τις συγκεκριμένες προτάσεις δείχνουν ότι η μια κατεύθυνση ακυρώνει (ή περιορίζει στο ελάχιστο) την άλλη. Π.χ., το σχέδιο προβλέπει ότι οι 240 από τις 300 έδρες θα κατανέμονται με απλή αναλογική σε όλα τα κόμματα (άνω του 3%) και οι υπόλοιπες 60 στα δύο πρώτα κόμματα. Αποσιωπάται όμως το γεγονός ότι στις 60 έδρες των δύο πρώτων κομμάτων θα προστεθούν και όσες από τις 240 μείνουν αδιάθετες μετά την α’κατανομή, διότι μόνον έτσι θα διασφαλίζεται σαφής κυβερνητική πλειοψηφία. Κατά συνέπεια, η αναλογικότητα του 80% των εδρών που εξαγγέλθηκε δεν ισχύει. Για να υλοποιηθεί αυτή η εξαγγελία πρέπει ΚΑΙ ΟΙ 240 ΕΔΡΕΣ να κατανεμηθούν αναλογικά και να μην μεταφερθούν (αθροιστούν) κάποιες εξ’αυτών στις υπόλοιπες 60. Αν όμως συμβεί κάτι τέτοιο, τότε θα ακυρωθεί η ιδέα της ισχυρής κυβέρνησης, διότι στην περίπτωση αυτή το πρώτο κόμμα θα χρειαζόταν ποσοστό περίπου 44% για να κάνει κυβέρνηση με πλειοψηφία μόλις 151 βουλευτών !!! (240 έδρες Χ 44% = 106 έδρες + 45 από τις υπόλοιπες 60 = 151 έδρες).
Αν ισχύει η πρώτη εκδοχή, τότε στη ουσία διατηρείται η ίδια φιλοσοφία που διέπει και το σημερινό νόμο, συνεπώς ‘πολύς λόγος για το τίποτα’. Αν ισχύσει η δεύτερη εκδοχή, τότε τίθεται το ερώτημα γιατί δεν επιλέγεται η απλή λύση της κατάργησης του πλαφόν του 3% για την είσοδο στη Βουλή ή, τουλάχιστον της μείωσής του.
 
Από κει και πέρα, ζητήματα όπως η καθιέρωση παγίου (δημοκρατικού) εκλογικού συστήματος, η αναδιάρθρωση των εκλογικών περιφερειών, η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων ας ελπίσουμε ότι δεν θα παραπεμφθούν στις καλένδες.