Η πρώτη έρευνα μετά το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ και τον κυβερνητικό ανασχηματισμό καταγράφει ως γενικό συμπέρασμα μία τάση αναμονής της κοινής γνώμης απέναντι στη νέα κυβέρνηση. Βεβαίως, το δυσμενές πολιτικό κλίμα για την κυβέρνηση, το οποίο κορυφώθηκε μετά τον Απρίλιο του 2001, έχει αφήσει έντονα τα ίχνη του, με αποτέλεσμα η κοινή γνώμη στο σύνολό της να καταγράφει περισσότερες αρνητικές ή αδιάφορες κρίσεις για τον ανασχηματισμό παρά θετικές. Είναι βέβαιο, ότι τα δομικά στοιχεία της κρίσης ανάγονταν στις επιλογές της διακυβέρνησης που έγιναν το προηγούμενο διάστημα. Κατά συνέπεια, όσο κι’αν η ‘εκκαθάριση’ του εσωκομματικού τοπίου στο ΠΑΣΟΚ αποτελεί μια θετική προϋπόθεση για τη συντεταγμένη πορεία του κυβερνητικού έργου, όλα θα κριθούν από την επιτυχία της διακυβέρνησης τους επόμενους μήνες και κυρίως από το μείγμα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής που θα υλοποιηθεί.
Στην έρευνα που δημοσιοποιείται σήμερα στην ΗΜΕΡΗΣΙΑ η κυβέρνηση μπορεί να βρεί τρία θετικά στοιχεία, τα οποία υπό προϋποθέσεις μπορεί να εκμεταλλευθεί:
α) η γενική αποδοχή που εμφανίζει ο ανασχηματισμός στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ (51.9%) και η αίσθηση που αυτοί οι τελευταίοι έχουν ότι μπορεί να αλλάξει υπέρ του κόμματός τους το πολιτικό κλίμα (57.3%). Τα ποσοστά αυτά δεν είναι μεν καταλυτικά, ωστόσο αποτελούν μια βάση για τη συσπείρωση των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος σε επίπεδα άνω του 65% όπου βρίσκεται σήμερα.
β) η γενική άνοδος της δημοτικότητας των υπουργών. Η νέα κυβέρνηση ξεκινά με θετικές προϋποθέσεις σε ό,τι αφορά την εικόνα των στελεχών της και δείχνει στην αφετηρία της μια δυναμική. Οι κυβερνητικές επιλογές και η συγκεκριμένη διαχείριση που θα υλοποιηθεί σε κάθε υπουργείο θα δείξουν αν οι υψηλές δημοτικότητες σταθεροποιηθούν ή αντίθετα υποχωρήσουν. Πάντως, η κοινή γνώμη και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ (όπως εκφράστηκαν στο Συνέδριο και ειδικότερα στην ψηφοφορία για την Κ.Ε.) φαίνεται να συγκλίνουν στις επιλογές τους σε ό,τι αφορά τα ηγετικά πρόσωπα. Οι μεγάλες δημοτικότητες του Γ.Παπανδρέου, του Ευ.Βενιζέλου, του Ακη Τσοχατζόπουλου, του Μ.Χρυσοχοίδη, του Δ.Ρέππα και της Β.Παπανδρέου συμβαδίζουν απόλυτα με τις προτιμήσεις της ‘κομματικής κοινής γνώμης’ και δείχνουν επί της ουσίας το στίγμα της ηγετικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ.
γ) η αίσθηση της ενίσχυσης του Πρωθυπουργού. Η εκτίμηση που κυριαρχεί είναι ότι η νέα κυβέρνηση αποτελεί καθαρό προϊόν της βούλησης του Πρωθυπουργού (51.2% στο σύνολο της κοινής γνώμης και 59.5% στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ). Το γεγονός αυτό δείχνει ότι η πρωθυπουργική (και ηγετική) εικόνα του Κ.Σημίτη ανακάμπτει. Βεβαίως, διατυπώνεται από πολλούς ότι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δεν θα έχουν πλέον ‘άλλοθι’ σε τυχόν αποτυχίες. Κάτι τέτοιο είναι πιθανόν σωστό, ωστόσο το μείζον πρόβλημα για τον πρωθυπουργό στις αρχές του καλοκαιριού ήταν η αποδόμηση της εικόνας του, είτε ως ικανότερου πρωθυπουργού είτε ως αδιαμφισβήτητου ηγέτη του ΠΑΣΟΚ. Με το Συνέδριο και την επιλογή της συγκεκριμένης σύνθεσης της κυβέρνησης, ο Κ.Σημίτης δείχνει να επανακάμπτει και να επιχειρεί μεθοδικά να δώσει ξανά στον εαυτό του και την κυβέρνησή του το πλεονέκτημα των κινήσεων.
Βεβαίως, η σημερινή δημοσκόπηση καταγράφει και μια σειρά αρνητικών στοιχείων για την κυβέρνηση. Το σημαντικότερο κατά τη γνώμη μου, πέραν του γεγονότος ότι η κοινή γνώμη είναι μάλλον επιφυλακτική για τον ανασχηματισμό, είναι ότι το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί όπως όλο τον τελευταίο χρόνο να είναι ‘απομονωμένο’ από τους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων. Δεν διεισδύει δηλαδή σε χώρους της κεντροδεξιάς, της κεντροαριστεράς ή της αριστεράς όπως διείσδυε παλαιότερα. Η περιχαράκωσή του αυτή έχει καταγραφεί και σε όλες τις τελευταίες έρευνες πρόθεσης ψήφου και καταγράφεται και σε αυτήν την έρευνα όπου σε όλα τα ζητήματα οι τοποθετήσεις των ψηφοφόρων των άλλων πολιτικών κομμάτων είναι αρνητικές για την κυβέρνηση. Αν η τάση αυτή δεν ανατραπεί, έστω και σχετικά, το ΠΑΣΟΚ δεν θα έχει επιτύχει να διεκδικήσει τις επόμενες εκλογές.
Βεβαίως, όπως προείπαμε, όλα τα παραπάνω θα κριθούν σε τελική ανάλυση από την πορεία του κυβερνητικού έργου. Οικονομία, Παιδεία, Ανεργία, Συντάξεις και Υγεία βρίσκονται από πλευράς πολιτών στις πρώτες θέσεις των προβλημάτων. Εκεί καλούν την κυβέρνηση να δώσει το βάρος της. Πρόκειται για τη δέσμη της κοινωνικής πολιτικής, η οποία αποτέλεσε τον τελευταίο καιρό την αχίλλειο πτέρνα της κυβέρνησης. Ας μην υπάρχουν αυταπάτες: στα ζητήματα αυτά θα κριθεί τους επόμενους μήνες η επίδοση της κυβέρνησης και στα ζητήματα αυτά θα κριθούν και οι επόμενες εκλογές.
|