Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Η χαμένη ευκαιρία της Απογραφής 2001
 Η γενική απογραφή πληθυσμού θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα για κάθε κράτος. Η απάντηση στο ερώτημα ‘πόσοι είμαστε’, αλλά και (κυρίως) ‘τί είμαστε’ αποτελεί το κλειδί για το σχεδιασμό και την υλοποίηση όλων των μακροπρόθεσμων κρατικών πολιτικών στο οικονομικό και κοινωνικό πεδίο.
Προκαλεί έκπληξη – και μελαγχολία – το γεγονός ότι το παραπάνω αυτονόητο στην Ελλάδα δείχνει να μην είναι και τόσο αυτονόητο. Δεν μπορεί κανείς να εξηγήσει διαφορετικά την ‘ελαφρότητα’ με την οποία διαχειρίστηκε το ελληνικό κράτος και οι αρμόδιες υπηρεσίες την πρόσφατη απογραφή, όταν είναι γνωστό ότι όλες ανεξαιρέτως οι προηγούμενες ελληνικές απογραφές παρουσίασαν τεράστια προβλήματα και δεν κατάφεραν ποτέ να αποτυπώσουν με πιστότητα την κίνηση της ελληνικής κοινωνίας. Ετσι, αντί με την πάροδο των δεκαετιών η χώρα μας να καλύπτει το μεγάλο έλλειμμα στατιστικής υποδομής, εμφανίζεται να υστερεί χαρακτηριστικά απέναντι σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες.
 Η ανησυχία για τον τρόπο που σχεδιάστηκε η απογραφή, αλλά και για τον τρόπο που διενεργήθηκε, είναι πολύ έντονη και δυστυχώς τα πρώτα στοιχεία που ανακοινώθηκαν στις αρχές της εβδομάδας ήρθαν να την επιτείνουν. Ειδικότερα:
 
  • Ενώ οι αρχικές εκτιμήσεις της ΕΣΥΕ ανέβαζαν τον πληθυσμό από 11.300.000 έως 11.500.000 (ενώ προϋπήρξε και εκτίμηση για 11.700.000) ο τελικός αριθμός που ανακοινώθηκε ήταν κάτω από 11.000.000 (για την ακρίβεια 10.939.711). Η απόσταση μεταξύ των αρχικών (‘βάσιμων’) εκτιμήσεων και του ανακοινωθέντος πληθυσμού αποκαλύπτει μια πολύ ανησυχητική διάσταση για την υλοποίηση της απογραφής.
  • Μεταξύ του 1991 και του 2001 εμφανίζεται μια αύξηση του πληθυσμού που κατοικεί στην Ελλάδα κατά 679.811 άτομα (10.939.711 το 2001 έναντι 10.259.900 το 1991). Οταν όλες οι επίσημες και ημι-επίσημες πηγές του ελληνικού κράτους αναφέρουν ένα πληθυσμό αλλοδαπών που κυμαίνεται από 800.000 έως 900.000 άτομα συνάγεται το συμπέρασμα ότι, είτε δεν απογράφηκε το μεγαλύτερο μέρος του αλλοδαπού πληθυσμού που ζει στην Ελλάδα είτε ο πραγματικός ελληνικός πληθυσμός παρουσίασε μείωση! Τι ακριβώς (και σε ποιό βαθμό) συμβαίνει;
  • Μια μεγάλη απορία που σχετίζεται με το σχεδιασμό της ενημερωτικής καμπάνιας για την απογραφή είναι το γιατί ο τόνος δεν δίνεται στο να πεισθούν οι πολίτες να απογραφούν στον τόπο της μόνιμης (κύριας) κατοικίας τους. Αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο το να αλλοιώνεται η σύνθεση του πραγματικού πληθυσμού κάθε περιοχής από μετακινήσεις πολιτών, οι οποίες μάλιστα πολλές φορές πριμοδοτούνται από δημάρχους, κοινοτάρχες, νομάρχες ή και βουλευτές. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια, π.χ., να εμφανισθεί ο νομός Ευρυτανίας με αύξηση πληθυσμού κατά 32% (!!!) σε σχέση με το 1991, αλλά, και αυτό είναι το κυριότερο, να τείνει να συσκοτισθεί το εύρος και η έκταση της σημαντικότερης, ίσως, δημογραφικής μεταβολής της δεκαετίας, η μείωση δηλαδή του πραγματικού πληθυσμού της αγροτικής υπαίθρου.
  • Μπορεί να οργανωθεί μια εθνική απογραφή πληθυσμού με προϋπολογισμό μόλις 18 δις; Η απάντηση είναι σαφής: όχι μόνον δεν μπορεί να διενεργηθεί καλή απογραφή με τόσο μικρό προϋπολογισμό, αλλά είναι βέβαιον ότι η απογραφή αυτή θα είναι άσχημα εκτελεσμένη. Με μη-επαρκώς ενημερωμένους και εκπαιδευμένους συνεντευκτές, με πολύ λιγότερους από όσους χρειάζονται, υπο-πληρωμένους σε σχέση με τον όγκο και την υπευθυνότητα της εργασίας που πρέπει να εκτελέσουν, με έλλειψη επαρκούς εποπτείας, με μικρότερο ερωτηματολόγιο σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες μιας εθνικής απογραφής και, επιπλέον, με πολίτες που αφήνονται χωρίς αίσθηση της σοβαρότητας και χρησιμότητας μιας απογραφής (τα διαφημιστικά ‘σεξιστικά’ spots αποτελούν μια άλλη νοσηρή διάσταση του ζητήματος), είναι βέβαιον ότι τα αποτελέσματα του εγχειρήματος θα είναι πενιχρά. Για την σωστή διενέργεια μιας εθνικής απογραφής θα χρειάζονταν τουλάχιστον 120 δις (λαμβάνοντας υπ’όψιν τα αντίστοιχα κονδύλια που δαπανώνται στην Ε.Ε.). Αλλά αυτό βεβαίως είναι και ζήτημα πολιτικής ιεράρχησης και βούλησης.
  • Κατά τα άλλα, για μια ακόμα φορά δεν θα πληροφορηθούμε από μια εθνική απογραφή πόσοι συμπολίτες μας συγκαταλέγονται στα άτομα με αναπηρία, ποιές γλώσσες ομιλούνται ή επιβιώνουν στην ελληνική επικράτεια, ποίου θρησκεύματος ή μη είναι οι κάτοικοι αυτής της χώρας, ποιά η σχέση του σημερινού ελληνικού νοικοκυριού με τις νέες τεχνολογίες και τη χρήση τους.
Ας περιμένουμε ίσως την επόμενη δεκαετία.