Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Οι Τράπεζες, οι Συντάξεις και ο Εκσυγχρονισμός
Η εβδομάδα που πέρασε σημαδεύτηκε από τα πρωτοφανή γεγονότα που συνέβησαν στις τράπεζες κατά την καταβολή των συντάξεων του ΙΚΑ. Ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά για την ανεπάρκεια των υποδομών, την έλλειψη συντονισμού μεταξύ ΙΚΑ και τραπεζών, την έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης των συνταξιούχων. Το σημαντικότερο ωστόσο ζήτημα που ανέκυψε αφορά στην πρωτοφανή αδυναμία να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί εύρυθμα και κανονικά το μέτρο της καταβολής των συντάξεων μέσω των τραπεζών, αδυναμία που ξεκινά από το γεγονός ότι για τους υπευθύνους το μέτρο αυτό είναι «φυσιολογικό», «αυτονόητο» και εν τέλει «εκσυγχρονιστικό». Η πραγματικότητα είναι δυστυχώς αρκετά διαφορετική και θα επιχειρήσω με το σημείωμα αυτό να αναδείξω ορισμένες παραμέτρους.
 
1)      Το πρώτο «αυτονόητο» και «φυσιολογικό» είναι ότι όλη η ελληνική κοινωνία, ανεξαρτήτως ηλικίας, εκπαιδευτικού επιπέδου, εισοδήματος και πολιτισμικού περιβάλλοντος, είναι χρήστης των τραπεζών και των τραπεζικών υπηρεσιών. Θα έπρεπε να ήταν γνωστό στους υπευθύνους ότι στην Ελλάδα το ποσοστό χρήσης των τραπεζών (bancarisation όπως αποκαλείται στο εξωτερικό) εξακολουθεί να είναι από τα χαμηλότερα του αναπτυγμένου κόσμου. Σύμφωνα με τις σχετικές έρευνες, το 45% περίπου του ενήλικα ελληνικού πληθυσμού δεν συναλλάσσεται και δεν πηγαίνει ποτέ σε τράπεζα, ενώ αντίθετα, το ποσοστό των συχνών (ή και πολύ συχνών) χρηστών μόλις και ανέρχεται στο 13%. Αυτό το ποσοστό αποτελείται από εργοδότες και ελεύθερους επαγγελματίες, από πολίτες με υψηλά μηνιαία εισοδήματα και βεβαίως από πολίτες υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου. Αντίθετα και παρά την ανάπτυξη των τραπεζών και των τραπεζικών προιόντων που υπήρξε στη δεκαετία του ’90, κοινωνικές κατηγορίες όπως οι έχοντες ατομικό μηνιαίο εισόδημα έως 180.000 δρχ, οι συνταξιούχοι, οι νοικοκυρές, οι μη έχοντες σταθερή απασχόληση ή οι πολίτες χαμηλότερου εκπαιδευτικού επιπέδου παρέμειναν εκτός του δικτύου πελατών των τραπεζών, ακόμα και για τις παλαιότερες ή απλούστερες μορφές συναλλαγών (π.χ. λογαριασμός Ταμιευτηρίου). Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι η συναλλαγή με τις τράπεζες απαιτεί πλέον την εξοικείωση με ένα διαφορετικό κοινωνικό και τεχνολογικό περιβάλλον. Με βάση τα παραπάνω γίνεται κατανοητό, ότι το σχέδιο πληρωμής των συντάξεων μέσω τραπεζικών λογαριασμών μπορεί να φαντάζει ένα απλό («εκσυγχρονιστικό») τεχνικό project, στην ουσία όμως ισοδυναμεί με «βίαιη» ένταξη στο πελατολόγιο των τραπεζών μιας τεράστιας αριθμητικά ομάδας ανθρώπων, ένταξη που επιφέρει σοβαρές αλλαγές στην καθημερινότητα και στη ψυχολογία ανθρώπων με ελάχιστη ή μηδενική εξοικείωση με το τραπεζικό σύστημα. Τα απλά πρακτικά προβλήματα που θα προκύψουν θα αποτελέσουν σίγουρα τροχοπέδη στην επιτυχία του μέτρου, ενώ θα επιβαρύνουν κατά πολύ τις ουρές των τραπεζών (βασικό πρόβλημα της καθημερινής λειτουργίας τους στην Ελλάδα).
2)      Ακούγεται βεβαίως το επιχείρημα ότι η χρήση ΑΤΜ θα αποφορτίσει σταδιακά τις ουρές των συνταξιούχων στις τράπεζες κατά την καταβολή των συντάξεων. «Αυτονόητο» και «φυσιολογικό» επιχείρημα που απέχει ωστόσο από τη σημερινή πραγματικότητα. Το 60% των σημερινών πελατών των τραπεζών δεν χρησιμοποιεί ΑΤΜ. Το αντίστοιχο ποσοστό των συνταξιούχων πελατών που δεν χρησιμοποιεί ΑΤΜ φθάνει το 85%, ενώ στους ηλικίας 65 ετών και άνω το ποσοστό φθάνει το 92%. Στις γυναίκες μεγάλης ηλικίας η μη χρήση των ΑΤΜ είναι σχεδόν καθολική. Αντιλαμβάνεται κανείς, ότι το να προσδοκά από τον καινούργιο μεγάλης ηλικίας πληθυσμό που γίνεται πελάτης των τραπεζών να χρησιμοποιήσει ΑΤΜ (κάτι που προϋποθέτει επίσης εξοικείωση με νέες τεχνολογίες και χαμηλό βαθμό «τεχνοφοβίας», καλή όραση, γνώση αγγλικών όρων, ικανότητα πλοήγησης στο μηχάνημα) ισοδυναμεί με το να γράψει έκθεση στα κινέζικα.
3)      Βεβαίως, εμφανίζεται το (βάσιμο) επιχείρημα που θεωρεί ότι η απόσταση μιας έστω και μεγάλης κοινωνικής ομάδας από τη χρήση των τραπεζών ή των νέων τεχνολογιών δεν μπορεί να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα στην εφαρμογή κάποιων μέτρων εκσυγχρονιστικού χαρακτήρα, πολύ δε περισσότερο δεν μπορεί η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών να αποτελέσει όχημα για τον κοινωνικό αποκλεισμό μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Ωστόσο, σε μια χώρα που ο δείκτης της χρήσης νέων τεχνολογιών και νέων υπηρεσιών είναι ακόμα πολύ μικρός και αφορά ακόμα και τα πιο δυναμικά οικονομικά κοινωνικά στρώματα, αποτελεί δείγμα έλλειψης στρατηγικής να ξεκινά κανείς με μέτρα που αφορούν την πιο απόμακρη (για φυσικούς και ηλικιακούς λόγους) κοινωνική ομάδα. Το μέτρο της καταβολής των συντάξεων μέσω τραπεζών, όσο «φυσικό» και «αυτονόητο» κι’αν φαίνεται, προσέκρουσε και θα προσκρούσει και μελλοντικά σε σοβαρά δομικά προβλήματα, τα οποία θα απαιτούσαν πολύ καλύτερο σχεδιασμό, πολύ καλύτερη ενημέρωση, σταδιακή εφαρμογή και κυρίως μεγαλύτερο χρονικό περιθώριο προσαρμογών. Στο κάτω-κάτω σε μια εποχή που οι τράπεζες στέλνουν οι ίδιες στα σπίτια μας τα έντυπα για δάνεια και συμπληρώνουν τηλεφωνικά τις αιτήσεις μας, σε μια εποχή που το Δημόσιο δέχεται τηλεφωνικά τις αιτήσεις μας για φορολογική ενημερότητα, πιστοποιητικά γεννήσεως κ.λπ και μας τα αποστέλλει στο σπίτι μας, πόσο «αναχρονιστικό» θα ήταν η καταβολή των συντάξεων να εξακολουθούσε στους απόμαχους της ζωής να γίνεται στο σπίτι τους;