Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Οι εκλογές της νέας μεταπολίτευσης

Οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 άνοιξαν τον πολιτικό κύκλο μιας νέας μεταπολίτευσης. Το δικομματικό κομματικό σύστημα κονιορτοποιήθηκε, όπως από καιρό είχε προβλεφτεί, και στη θέση του αναδύθηκε ένας ρευστός και περίπλοκος πολυκομματισμός. Η εκλογική αναμέτρηση διέλυσε όλες τις βασικές συνιστώσες της παλαιάς μεταπολίτευσης. Η διετία του Μαΐου 2010-Μαίου 2012, περίοδος εφαρμογής των Μνημονίων και των πολιτικών που συνδέονται με αυτό, κατέληξε στην ανατροπή όλων των παγιωμένων πολιτικών εκπροσωπήσεων. Διευκόλυνε σημαντικές ιδεολογικές ανακατανομές, τόσο μεταξύ Δεξιάς / Αριστεράς όσο και στο εσωτερικό των δύο θεμελιακών πολιτικών παρατάξεων, οδήγησε σε αποστράτευση τον βασικό πυρήνα του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Την τάση αυτή διευκόλυνε βεβαίως η ραγδαία επιδείνωση όλων των κοινωνικών δεικτών της χώρας (δείκτης φτώχειας στο 48% των νοικοκυριών, ανεργία το 24% του ενεργού πληθυσμού, μείωση του μέσου μισθού και της μέσης σύνταξης κατά 48%, κλπ).

Ωστόσο, θα πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον μία ακόμα εκλογική αναμέτρηση για να διαπιστώσουμε την ακριβή ιδιοσυστασία του πολυκομματισμού αυτού, καθώς και τις επιμέρους συντεταγμένες του. Το νέο κομματικό σύστημα βρίσκεται σε κατάσταση συγκρότησης, με ανοικτά όλα τα κρίσιμα ζητήματα πολιτικής αντιπροσώπευσης της ελληνικής κοινωνίας. Ορισμένες (πολύ λίγες είναι αλήθεια) παραμέτρους της ψήφου θα υπογραμμίσουμε στις γραμμές που ακολουθούν. 

Η βαθιά κρίση της ελληνικής Δεξιάς

Στις εκλογές καταγράφηκε η πολιτική πολυδιάσπαση της ευρύτερης Δεξιάς, αλλά κυρίως η πολυδιάσπαση του «αστικού κοινωνικού μπλοκ» ως προς τα κόμματα τα οποία υποστηρίζει. Σε πολιτικό – ιδεολογικό επίπεδο η ελληνική Δεξιά βρίσκεται σήμερα διασπασμένη σε τέσσερα τουλάχιστον «κόμματα», απολύτως αποκλίνοντα μεταξύ τους: την αμφίσημη μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και λαϊκής Δεξιάς ΝΔ, τον αμιγώς νεοφιλελεύθερο πόλο (ΔΗΣΥ, ΔΡΑΣΗ, Δημιουργία Ξανά), τον εκφραστή της παραδοσιακής λαϊκής (αντιμνημονιακής) Δεξιάς «Ανεξάρτητοι Έλληνες» και, τέλος την ανοικτά φασιστική ακροδεξιά της Χρυσής Αυγής. Υπάρχει βεβαίως και ο ΛΑΟΣ, μόρφωμα που προσπάθησε να αλιεύσει ταυτόχρονα και από τα τέσσερα παραπάνω ρεύματα, γεγονός που τον αποσυγκρότησε ιδεολογικά και τον οδήγησε εκτός Κοινοβουλίου.

Σε επίπεδο πολιτικής αντιπροσώπευσης η ψήφος της 6ης Μαΐου κατέδειξε μια πρωτοφανή διάλυση όλων των συντεταγμένων της κλασικής «αστικής ψήφου». Μεσοαστικά και παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα που επλήγησαν από την οικονομική και κοινωνική κρίση μετακινήθηκαν από τον κατεξοχήν εκπρόσωπό τους που ήταν η ΝΔ προς όλες τις δυνατές εκλογικές διαφυγές που είχαν, ακόμα και προς κόμματα της Αριστεράς. Ενδεικτικά, το ποσοστό της ΝΔ στην παραδοσιακή μικροαστική τάξη της μικρής και μεσαίας ιδιοκτησίας (εμπόριο, βιοτεχνία) έφτασε μόλις το 9.6%, ενώ οι Ανεξάρτητοι Έλληνες κατέγραψαν 13% και η Χρυσή Αυγή αναδείχτηκε πρώτο κόμμα με ποσοστό 19.2%.

Ακόμα και στις ανώτερες επιχειρηματικές και εργοδοτικές τάξεις η ΝΔ κατέγραψε ένα ισχνό ποσοστό (10%), πρωτοφανές για την κοινωνική εκλογική ιστορία του κατεξοχήν αστικού κόμματος της χώρας.

Η μοναδική κοινωνική κατηγορία που παρέμεινε (σχετικώς) πιστή στο κόμμα της ΝΔ ήταν οι (αυτοαπασχολούμενοι) αγρότες (26.2%).

Τα δεδομένα της ψήφου δείχνουν μια πρωτοφανή κρίση της ελληνικής Δεξιάς και Κεντροδεξιάς. Η κρίση είναι ταυτόχρονα κρίση ηγεσίας, κρίση στρατηγικού προσανατολισμού, κρίση αντιπροσώπευσης. Η «φωτογραφία» των εκλογών έδειξε ένα βαριά ασθενή οργανισμό. Οι ανακατατάξεις είναι σχεδόν σίγουρο ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, θα συνεχιστούν με πιθανότερο θύμα τη σημερινή ΝΔ και τον αμιγώς νεοφιλελεύθερο πόλο.

Η διάλυση του μεταπολιτευτικού ΠΑΣΟΚ

Όπως ήταν απολύτως αναμενόμενο και προβλεπόμενο, το ΠΑΣΟΚ υπέστη μια απίστευτης έντασης εκλογική ήττα. Η απώλεια περίπου 2.200.000 ψήφων μέσα σε δυόμιση χρόνια αποτελεί μια πρωτοφανή τρομακτική εκλογική μετατόπιση. Το ΠΑΣΟΚ απώλεσε όλα τα κοινωνικά του ερείσματα. Στους μισθωτούς του δημοσίου τομέα (παραδοσιακή εκλογική δεξαμενή γι’ αυτό) κατάφερε να καταγράψει ποσοστό 10.6%. Στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα το ποσοστό του συρρικνώθηκε στο 7.7%. Στη μάζα των ανέργων που έχασε την εργασία της τα τελευταία χρόνια το ποσοστό του έφτασε το 4.1%. Στο χώρο των μικρομεσαίων επαγγελματιών, εμπόρων και βιοτεχνών το ποσοστό του έφτασε το 6.8%. Επίσης, το ΠΑΣΟΚ υπέστη μια συντριπτική ήττα σε όλες τις εργατικές – λαϊκές περιοχές της χώρας και κυρίως του Λεκανοπεδίου, βρισκόμενο σε πολλές περιπτώσεις στην πέμπτη θέση.

Ακόμα και εκεί που τα ποσοστά του είναι ανεκτά (π.χ. αγρότες 23.1%, συνταξιούχοι δημοσίου 25%, συνταξιούχοι ιδιωτικού τομέα 20.8%), η μείωση φτάνει και ξεπερνάει το 50% της προηγούμενης επιρροής.

Το ΠΑΣΟΚ σήμερα είναι ένα κόμμα «ηλικιακά» ξεπερασμένο. Στην κατηγορία 18-24 ετών κατέγραψε ποσοστό 2.6% (!!), ήταν σε μονοψήφιο ποσοστό σε όλες τις ηλικιακές ομάδες έως 54 ετών (δηλαδή στον πυρήνα των παραγωγικών ηλικιών), ενώ κατέκτησε το 23.1% στην ομάδα των 65+, όντας και εδώ σημαντικά συρρικνωμένο.

Η γεωγραφία – και πολύ περισσότερο η δυναμική της ψήφου του – δείχνει ένα κόμμα που απέρχεται από τον πολιτικό χάρτη. Με φθαρμένο πολιτικό προσωπικό, χωρίς πυξίδα στρατηγικής τοποθέτησης στο κομματικό σύστημα, με φθίνον εκλογικό σώμα, βρίσκεται ένα βήμα πριν την οριστική συρρίκνωση, ακολουθώντας την πορεία του μεταδικτατορικού Κέντρου (ΕΔΗΚ).

Ο χώρος της Αριστεράς

Οι εκλογές της Κυριακής αποτέλεσαν ένα ορόσημο για το εκλογικό ποσοστό της ελληνικής Αριστεράς. Το άθροισμα των τριών κυριότερων μορφωμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ) (26.4%) ξεπέρασε για πρώτη φορά από το 1958 το φράγμα του 25%, το οποίο αποτελούσε και το όριο της εκλογικής επιρροής της αριστεράς μετεμφυλιακά. Αν σε αυτό προστεθεί και τουλάχιστον ένα τμήμα της ΔΗΜΑΡ και των Οικολόγων-Πρασίνων το ποσοστό ξεπερνά πιθανώς το 30%, γεγονός που αποτελεί τομή στην εκλογική ιστορία της χώρας.

Το σημαντικότερο ωστόσο γεγονός της 6ης Μαΐου είναι ότι από τα εκλογικά αποτελέσματα προκύπτει ότι η δυναμική του ποσοστού αυτού είναι σαφώς ανοδική. Ενδεικτικά, στη ηλικιακή ομάδα 45-54 ετών το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ έφτασε το 35.2% (25.1% για ΣΥΡΙΖΑ και 10.1% για ΚΚΕ). Η ίδια εικόνα προκύπτει σε όλες τις ηλικιακές ομάδες πλην αυτής των 65+ που έφτασε μόλις το 16%.

Οι εκλογές του Μαΐου κατέδειξαν επίσης μια νέα ταξικότητα της ψήφου, αποκαθιστώντας την «κλασική» σχέση μεταξύ μισθωτής εργασίας και κομμάτων της Αριστεράς. Πάλι ενδεικτικά, θα αναφέρουμε ότι στο σύνολο των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ έφτασε στο 30%, ενώ στις χαμηλότερες βαθμίδες της κατηγορίες αυτές (τις πιο «εργατικές» δηλαδή) ξεπέρασε το 45%. Αντίστοιχα, στο σύνολο των μισθωτών του δημοσίου τομέα το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ έφτασε το 34%, ενώ στις χαμηλότερες βαθμίδες ξεπέρασε το 52%, μαζί δε με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αγγίζεται ένα ποσοστό 55%. 

 Η άνοδος αυτή, που κυρίως οφείλεται στον ΣΥΡΙΖΑ, παρατηρήθηκε σε όλες τις εργατικές-λαϊκές συνοικίες της χώρας και ιδίως του Λεκανοπεδίου.

Ωστόσο, δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι η τεράστια οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα έχει ανατρέψει συνολικά όλες τις παλαιές δομές της εκλογικής αντιπροσώπευσης. Χαρακτηριστικά, στην επαγγελματική κατηγορία των αυτοαπασχολούμενων αγροτών ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε ένα πρωτοφανές για αυτόν 21.5%, ποσοστό που τον έφερε σχεδόν ισοδύναμο με ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Είναι προφανές ότι από πλευράς κοινωνικών μετατοπίσεων η χώρα βρίσκεται σε ένα είδος «επαναστατικής κατάστασης». Οι τάσεις που περιγράφηκαν παραπάνω το πιθανότερο είναι ότι θα εξελιχθούν περαιτέρω. Ο επόμενες εκλογές συνεπώς (όποτε κι’ αν γίνουν) θα είναι εκλογές ολοκλήρωσης των δυναμικών που καταγράφηκαν στις 6 Μαΐου. Τηρουμένων των εκλογικο-κοινωνικών αναλογιών, θα λέγαμε καθ’ υπερβολήν ότι οι εκλογές της Κυριακής ήταν οι αντίστοιχες του 1977 και οι επόμενες θα είναι αυτές του 1981. Αρκεί βεβαίως οι πρωταγωνιστές να αρθούν στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων.