Το εντεινόμενο φαινόμενο της κοινωνικής απελπισίας οδηγεί στην αποδόμηση της εκλογικής διαδικασίας από ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης. Ο Χριστόφορος Βερναρδάκης, επιστημονικός σύμβουλος της εταιρείας δημοσκοπήσεων Vprc, παρατηρεί ότι πλέον το ποσοστό άρνησης ψήφου στην Ελλάδα υπερβαίνει το 50%, θα έλεγε κανείς, στα πρότυπα των ΗΠΑ. Ο ίδιος αποδίδει σε αυτό το ποιοτικό στοιχείο των ερευνών την «ισοπαλία» ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτή προκύπτει μέσα από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Πώς ερμηνεύετε το γεγονός ότι σύμφωνα με τις τελευταίες σφυγμομετρήσεις έχει κλείσει η «ψαλίδα» ανάμεσα στη ΝΔ και το ΣΥΡΙΖΑ; Πίσω από την επιφανειακή «ισοπαλία» των δύο κομμάτων υπάρχει μία ιδιαίτερα μεγάλη αύξηση της άρνησης ψήφου. Ειδικότερα, συναντά κανείς άρνηση συμμετοχής στις δημοσκοπήσεις, δεδηλωμένη άρνηση ψήφου, τοποθετήσεις για λευκό / άκυρο και εκδήλωση αναποφασιστικότητας. Πρόκειται για ευρήματα τα οποία ήταν ούτως ή άλλως αυξημένα τα τελευταία χρόνια (έως και 40%), ωστόσο, έχουν υπερβεί πλέον το 50% του αρχικού δείγματος. Με άλλα λόγια, συρρικνώνεται διαρκώς το εκλογικό σώμα. Πώς λειτουργεί αυτή η μάλλον αντιπαραγωγική εκλογική στάση; Το επιβαρυμένο κοινωνικό κλίμα - το οποίο απαντά σε συνθήκες εργασιακής και οικονομικής ανασφάλειας, ανεργίας και φτώχειας, ιδίως το χειμώνα όπου εντείνονται οι ελλείψεις βασικών μέσων διαβίωσης για πολλά νοικοκυριά - επιφέρει μία μεγάλη δυνητική μείωση του εκλογικού σώματος. Φαίνεται πως, αν δεν υπάρξει μία εναλλακτική λύση ελπίδας, ένα μέρος του εκλογικού σώματος θα αποσυρθεί από την πολιτική διεργασία. Όπως διαμορφώνεται αυτή η κατάσταση, εν προκειμένω οδηγεί πιθανώς στη συντήρηση των ποσοστών της ΝΔ και στη συρρίκνωση των δυνάμεων οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να εκφράσουν μία εναλλακτική λύση, με πρώτο το ΣΥΡΙΖΑ. Πώς προκύπτει πρακτικά αυτή η εξίσωση την οποία περιγράφετε; Σε αυτήν τη συγκυρία υπάρχει μία φαινομενική διχοστασία ανάμεσα σε δύο κατηγορίες πολιτών: α) αυτοί οι οποίοι «τα φέρνουν βόλτα» έστω οριακά και έχουν μία ελπίδα - την οποία σήμερα διαχειρίζεται η κυβέρνηση β) αυτοί οι οποίοι βρίσκονται κάτω από το όριο της αξιοπρεπούς διαβίωσης και ολοένα περισσότερο αποσύρονται από την εκλογική διαδικασία. Αν επιβεβαιωθεί μία περαιτέρω μείωση του εκλογικού σώματος (από το 2000 έχουν αποσυρθεί 1 εκατ. ψηφοφόροι - στο διάστημα από το Μάιο έως τον Ιούνιο του 2012 καταγράφηκαν 300.000 λιγότεροι ψηφοφόροι), εξαιτίας ψυχολογικοπολιτικών αιτιών, πιθανότατα θα δούμε ένα πολύ μικρότερο εκλογικό σώμα το οποίο, ως τέτοιο πια, θα παρουσιάσει μία εντελώς διαφορετική συμπεριφορά από αυτήν που εμφανώς γνωρίζαμε έως σήμερα. Εφόσον αυτή η κατάσταση σταθεροποιηθεί ως εκλογική στάση, τότε θα μοιάζει με τον τύπο των εκλογών στις ΗΠΑ.Το μεγάλο στοίχημα λοιπόν θα είναι να επιστρέψουν στην κάλπη τα μεγάλα πληθυσμιακά στρώματα τα οποία έχουν αποσυρθεί. Με ποιον τρόπο μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο; Θα πρέπει να δημιουργηθεί μία ελπιδοφόρα προοπτική, το βάρος της οποίας εξορισμού αναλαμβάνει η αντιπολίτευση, όχι ως φορέας υποσχέσεων αλλά ως εμπνευστής ενός ρεαλιστικού πολιτικού σχεδίου. Ειδάλλως, θα έχουμε να κάνουμε με μία διαχειριστική λογική, τύπου «άντε, να πάρουμε τη δόση, να τη βγάλουμε και αυτή τη φορά», η οποία θα απωθήσει πολίτες και τελικώς θα ενισχύσει τις καθεστωτικές δυνάμεις. Όλα αυτά βεβαίως θα χρειαστούν περαιτέρω μελέτη. Προς το παρόν, πρόκειται για μία τάση η οποία καταγράφεται μέσω της αυξανόμενης απόσυρσης από την εκλογική διαδικασία. Οι επιδόσεις της ΝΔ στις τελευταίες δημοσκοπήσεις δεν οφείλονται και σε κάποιες επιμέρους παραμέτρους; Επί της ουσίας, η ΝΔ δεν αύξησε τις δυνάμεις της. Απλώς, το εκλογικό σώμα περιορίζεται και το κυβερνών κόμμα διατηρεί μία σταθερότητα. Οι όποιες φθορές εντοπίζονται στην κυβέρνηση αφορούν κατά βάση στο ΠΑΣΟΚ και στη ΔΗΜΑΡ, καθώς τα δύο συγκεκριμένα κόμματα στηρίζουν μια πολιτική την οποία τελικώς δεν έχουν αποφασίσει αν ενστερνίζονται, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε μια διαδικασία αντιφάσεων. Η Χρυσή Αυγή; Παρατείνεται η εκλογική δυναμική της; Μετά τη δημοσκοπική έκρηξη την οποία παρουσίασε το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, η Χρυσή Αυγή έχει σταθεροποιηθεί σε ποσοστά άνω του 10% τα οποία ωστόσο δεν αυξάνονται - αναμενόμενη εξέλιξη αν λάβει κανείς υπόψη το συγκεκριμένο πολιτικό επιτελείο και το πολιτικό της στίγμα. Όμως, έχει καταφέρει να δημιουργήσει μία ιδεολογική ατζέντα η οποία με τη σειρά της προκαλεί σε μεγάλο βαθμό τη δεξιά στροφή της ΝΔ. Υπό αυτήν την έννοια, επιτείνει μία συντηρητικοποίηση η Χρυσή Αυγή, η οποία δεν αποτελεί αμελητέο μέγεθος, καθώς μέσα από τις έρευνες της κοινής γνώμης αναδεικνύεται πλέον σαφώς σε τρίτο κόμμα.
|