Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Για μια ριζική αλλαγή του πολιτικού συστήματος - 11 θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ

Εισαγωγή:

Το πολιτικό σύστημα που εδραιώθηκε μετά το 1974 εξάντλησε ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 όλες τις προωθητικές δυναμικές που εμπεριείχε η Γ’Ελληνική Δημοκρατία. Η κυριαρχία τα τελευταία είκοσι χρόνια της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής εκδοχής έχει καταλήξει στην απαξίωση και αποδιάρθρωση κάθε έννοιας Δημόσιου Κοινωνικού Αγαθού και δημοκρατικού κοινωνικού Συμβολαίου. Ταυτόχρονα, έχει συρρικνώσει τη Δημοκρατία με την συνεχώς αυξανόμενη πορεία αυταρχικοποίησης του κράτους και τη δομική εξάρτηση της πολιτικής από εξωπολιτικά –διεθνή και εσωτερικά– οικονομικά συμφέροντα.

Η κρίση του συνολικού πολιτισμικο-πολιτικού συστήματος που επέφερε αυτή η πορεία εντάθηκε λόγω τις επιβολής των μνημονιακών ταξικών πολιτικών, της διαπλοκής των κυρίαρχων παλαιών πολιτικών κομμάτων με τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και τη διαφθορά που έφτασε να γίνει «μεθοδολογία» διακυβέρνησης της χώρας τα τελευταία χρόνια.

Η κατάσταση αυτή ήταν επόμενο να δημιουργήσει κοινωνική-πολιτική έκρηξη. Οι εντεινόμενες απεργιακές κινητοποιήσεις, το αμεσοδημοκρατικό κίνημα των πλατειών, τα αυτοδιαχειριστικά πειράματα, τα κινήματα και δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης, τα κινήματα της πόλης έγιναν ξαφνικά ο «πολιτικός πρωταγωνιστής» στην Ελλάδα της κοινωνικής και ανθρωπιστικής κρίσης. Και φυσιολογικά οδήγησαν τα παλαιά κόμματα και το καρτέλ εξουσίας που τα συντηρούσε σε ένα τεράστιο πολιτικό κλυδωνισμό. 

Οι εκλογικές αναμετρήσεις του 2012 αποτύπωσαν αυτές τις δομικές αναδιαρθρώσεις στο πολιτικό πεδίο με την σαφή υπέρβαση από διευρυμένα κοινωνικά στρώματα των παραδοσιακών μεταπολιτευτικών κομματικών τους εντάξεων. Στη θέση των παλαιών εκπροσωπήσεων τείνουν σήμερα να δημιουργηθούν δυο αντίπαλα κοινωνικά και πολιτικά μπλοκ.

 Από την μια πλευρά, το ενιαίο μπλοκ του παλιού δικομματισμού που τείνει να αποκτήσει χαρακτηριστικά ενιαίας παράταξης στενά διασυνδεδεμένης με το κράτος και τους μηχανισμούς ισχύος του, με κυριαρχία μάλιστα του δεξιού και ακροδεξιού πόλου. Το μπλοκ αυτό μεγενθύνοντας υπαρκτές παθογένειες της κοινωνικής και πολιτικής ζωής που το ίδιο ιστορικά δημιούργησε, καταστρατηγεί όλους του ρητούς και άρρητους δημοκρατικούς κανόνες διευθέτησης των κοινωνικών αντιθέσεων. Πολώνει την πολιτική σκηνή επαναφέρει στη ρητορική του εμφυλιοπολεμικές ανιστόρητες, επικίνδυνες και διχαστικές λογικές περί των «δύο άκρων». Περιθωριοποιεί και εξαθλιώνει μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, αποδιαρθρώνει την οικονομία, ιδιωτικοποιεί τα αναφαίρετα κοινωνικά αγαθά, κλείνει δημόσια σχολεία και νοσοκομεία αυταρχικοποιεί την πολιτική ζωή με πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, με το κλείσιμο της ΕΡΤ, με επιστρατεύσεις, απολύσεις διαθεσιμότητες. Αποτέλεσμα, η γενίκευση της κοινωνικής και οικονομικής καταστροφής, η προβολή αντιδραστικών ατομικοκεντρικών και φοβικών προτύπων συμπεριφοράς τα οποία συνιστούν ευθεία βολή κατά της συλλογικής κοινωνικής έκφρασης και της δημοκρατίας, ενώ οδηγούν σε βαθιά κοινωνική και πολιτική αστάθεια. Ιδιαίτερη θέση στα όρια υπέρβασης αυτού του μπλοκ εμφανίζει η ναζιστική ‘Χρυσή Αυγή’ που με την ‘αντισυστημική’ πατριδοκάπηλη ρητορεία της και την δολοφονικά τρομοκρατική πρακτική της, τις παγανιστικές τελετουργίες της, την ξενοφοβία της, τον ανοικτό ρατσισμό της καθώς και τις διασυνδέσεις της με τους κρατικούς κατασταλτικού μηχανισμούς συνιστά απειλή για την δημοκρατία, τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, την ασφάλεια των πολιτών.

  Από την άλλη συγκροτείται δυναμικά ένα συνεχώς διευρυνόμενο μπλοκ δυνάμεων μισθωτής εργασίας, εκατομμυρίων ανέργων και υποαπασχολούμενων νέων. Αυτοαπασχολούμενων και μικροεπαγγελματιών, μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου, που εξουθενώνονται από την κρίση. Στο ίδιο μπλοκ εντάσσονται το κίνημα των πλατειών, τα πολύμορφα κινήματα που αναπτύχθηκαν στα χρόνια των μνημονίων, τα θεματικά κοινωνικά κινήματα – φοιτητικό, φεμινιστικό, ριζοσπαστικής οικολογίας, προστασίας του περιβάλλοντος, σεξουαλικού προσανατολισμού, ποιότητας της ζωής -, κινήματα-εστίες γενικευμένης αντίστασης όπως στην Κερατέα, τις Σκουριές, την ΕΡΤ, καθώς και νέα πολύμορφα και ελπιδοφόρα δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης. Αυτές τις δυνάμεις επιδιώκει να εκπροσωπήσει πολιτικά και να εκφράσει όσο πληρέστερα και επαρκέστερα μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Παράλληλα επιδιώκει να ενώσει την δράση του με την δράση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς σε μια κατεύθυνση ριζικής πολιτικής ανατροπής των παγιωμένων δομών του πολιτικού συστήματος και των θεσμών του. Βασικός στόχος των προτάσεων που καταθέτει είναι η υπέρβαση του κρατικοκεντρικού πολιτικού οικοδομήματος στην κατεύθυνση ενός κοινωνιοκεντρικού δημοκρατικού πολιτικού συστήματος ανοικτού στην κοινωνία και τις αντιθέσεις της, προωθώντας βαθιές αλλαγές στην όλη αρχιτεκτονική και λειτουργία του πολιτικού συστήματος      

Βασικές ιδεολογικές αρχές των πολιτικών αλλαγών που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι:

 

 1.  Η υπεράσπιση και εμβάθυνση της Δημοκρατίας. Η αναβάθμισης της θεσμικής της λειτουργίας ως πλαισίου εγγύησης του δημοσίου συμφέροντος και του δημόσιου χώρου.

 2.   Η ουσιαστική κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας, με εισαγωγή της συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση και υλοποίηση όλων των κρατικών πολιτικών σε όλες τις βαθμίδες της διοίκησης. Με άλλα λόγια, ο βαθύς εκδημοκρατισμός της σημερινής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας με την εισαγωγή θεσμών και διαδικασιών άμεσης δημοκρατίας σε όλες τις βαθμίδες της «πολιτικής συμμετοχής».

 3.   Η επαναφορά της «πολιτικής στο πηδάλιο». Η Πολιτική παράγεται από το λαό και ελέγχεται από αυτόν. Η παραγωγή των πολιτικών αποφάσεων ανήκει στη δημόσια πολιτική σφαίρα.  

 4.   Η ολοκληρωτική αποδυνάμωση της εξάρτησης της πολιτικής εξουσίας από την εξωθεσμική οικονομική εξουσία.

 Οι αλλαγές στο πολιτικό σύστημα είναι άμεσα συναρτημένες – αν και όχι πάντοτε – με μια βαθειά τομή στο επίπεδο του ισχύοντος Συντάγματος. Απαιτείται μια πολιτική θεσμική αλλαγή, η οποία αγγίζει τα όρια μιας μεγάλης συνταγματικής αλλαγής, και η οποία θα έχει στο επίκεντρό της την εμβάθυνση της πολιτικής και οικονομικής Δημοκρατίας, την προστασία του δημοσίου χώρου και των δημοσίων αγαθών, την επέκταση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών βάσης.

Η πολιτικο-θεσμική αυτή αλλαγή δεν αποτελεί μια από «τα πάνω διαδικασία». Για τον ΣΥΡΙΖΑ προϋπόθεση για αυτήν είναι η δημιουργία ενός δημοκρατικού κινήματος πολιτικής και συνταγματικής αλλαγής, με τη συμμετοχή των πολιτών και της κοινωνίας και την παράλληλη προώθηση νομοθετικών αλλαγών που αλλάζουν ριζικά το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της δημοκρατίας.

Ηδη όμως τα τελευταία χρόνια της εφαρμογής των Μνημονίων έχουν ωριμάσει κοινωνικά αιτήματα μέσα από διεργασίες βάσης. Μια ριζική επομένως συνταγματική αλλαγή με δημοκρατικό προσανατολισμό και με έμφαση στην προστασία των κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων έχει αρχίσει να τιθεται σε ημερήσια διάταξη. 


Οι 11 βασικές προτάσεις για την Αλλαγή του πολιτικού συστήματος

 

1.    Εισαγωγή και συνταγματική καθιέρωση των θεσμών:  της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας, της λαϊκής αρνησικυρίας και των δημοψηφισμάτων με πρωτοβουλία των πολιτών. Κεντρικός στόχος είναι η εισαγωγή των ώριμων πλέον θεσμών άμεσης δημοκρατίας στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και η θέσμιση της σύμπραξης των κοινωνικών κινημάτων και των λαϊκών πρωτοβουλιών βάσης στη νομοθετική λειτουργία. Πιο συγκεκριμένα:

Προτείνεται το δικαίωμα υποβολής νόμων να ανήκει και στο λαό, μέσω πρότασης αναλυτικά διατυπωμένης που θα φέρει τις υπογραφές ικανού αριθμού πολιτών. Σε περίπτωση απόρριψής της από τη Βουλή μπορεί να τεθεί υπό την έγκριση δημοψηφίσματος, εφόσον ζητηθεί από τους υπογράφοντες.

Προτείνεται η εισαγωγή του θεσμού της λαϊκής νομοθετικής αρνησικυρίας, με το δικαίωμα αναπομπής ενός νόμου να τίθεται κατόπιν αιτήματος των πολιτών με το ίδιο τρόπο όπως παραπάνω.

Προτείνεται ακόμη η υποχρέωση του Πρ.τ.Δ ή της Κυβέρνησης σε προκήρυξη εθνικού δημοψηφίσματος για κρίσιμο πολιτικό ή κοινωνικό ζήτημα εφόσον το αίτημα υποβληθεί από ικανό αριθμό πολιτών.

Προβλέπεται ρητά οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες να κυρώνονται υποχρεωτικά με Δημοψήφισμα

 

Διευκρίνιση: Η χρήση των εθνικών Δημοψηφισμάτων δεν αφορά σε καμία περίπτωση προτάσεις περιστολής ατομικών, κοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών Δικαιωμάτων.

 

2.     Η αποφασιστική ενδυνάμωση του Κοινοβουλίου ως νομοθετικού και ελεγκτικού θεσμού της εκτελεστικής εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό απαιτείται μια μεγάλη αναμόρφωση του Κανονισμού της Βουλής, με την οποία: α) μειώνεται δραστικά η δυνατότητα της Κυβέρνησης να εισάγει σχέδια Νόμου με τη διαδικασία του κατεπείγοντος χωρίς ευρεία πλειοψηφία τουλάχιστον 3/5 των βουλευτών, β) κατοχυρώνεται το δικαίωμα υποβολής νομοσχεδίων και προτάσεων Νόμου από αριθμό βουλευτών με δεσμευτική χρονική διαδικασία για τη συζήτησή τους, γ) κατοχυρώνεται το δικαίωμα πρότασης των βουλευτών για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, με κατά προτεραιότητα εγγραφή στην Ημερήσια Διάταξη, δ) διασφαλίζεται η δυνατότητα σύστασης εξεταστικής επιτροπής εφόσον το ζητά αιτιολογημένα το 1/3 των βουλευτών, ε) κατοχυρώνεται το απόλυτο δικαίωμα πρόσβασης των βουλευτών που συμμετέχουν στις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής στο περιεχόμενο των διαβαθμισμένων εγγράφων του Κράτους, πλην απολύτως συγκεκριμένων και αιτιολογημένων εξαιρέσεων.

 

Στα πλαίσια της ενδυνάμωσης του Κοινοβουλίου απαιτείται επιπλέον η σαφής συνταγματική πρόβλεψη ώστε κανείς να μην μπορεί να αναλάβει το αξίωμα του Πρωθυπουργού πρόσωπο που δεν είναι βουλευτής. Το φαινόμενο των «δοτών» Πρωθυπουργών αντιστρατεύεται τη λαϊκή κυριαρχία και επομένως επιβάλλεται να εκλείψει οριστικά. Επιπλέον πρέπει να περιοριστεί και το φαινόμενο των «δοτών» εξωκοινοβουλευτικών υπουργών, ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του συνόλου των υπουργικών θέσεων.

 

Τέλος, προβλέπεται οι Υπουργοί και ο Πρωθυπουργός πριν από τη συμμετοχή τους στα ευρωπαϊκά όργανα και στους διεθνείς οργανισμούς θα ενημερώνουν τις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής και την Ολομέλεια για τα θέματα που θα συζητηθούν και για το πλαίσιο που θα κινηθεί η ελληνική αντιπροσωπεία. Μετά τις συνεδριάσεις θα υπάρχει ανάλογη ενημέρωση για τα αποτελέσματα.    

 

3.    Η αποφασιστική ενδυνάμωση της διαφάνειας στη διοίκηση του κράτους και η δυνατότητα ελέγχου των αποφάσεων από όλους τους πολίτες αδιαμεσολάβητα. Στο πλαίσιο αυτό: α) αναγνωρίζεται σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα πρόσβασης σε όλες τις κρατικές αποφάσεις και στα αρχεία, έντυπα και ψηφιακά, χωρίς να απαιτείται έννομο συμφέρον (εξαιρουμένων των προσωπικών δεδομένων), β) αναγνωρίζεται το δικαίωμα σε ελεύθερη πρόσβαση σε όποια πληροφορία ή περιεχόμενο παράγεται ή διακινείται από δημόσιους φορείς ή από δημόσια χρηματοδότηση.

 Κάθε άρνηση της διοίκησης ή του πολιτικού προσωπικού σε αυτό το δικαίωμα καθιστά άκυρη κάθε πράξη τους. 

 

4.    Καθιερώνεται ως πάγιο εκλογικό σύστημα διεξαγωγής όλων των εκλογικών αναμετρήσεων (Βουλή, Ευρωβουλή, Αυτοδιοίκηση) η Απλή αναλογική. Ειδικότερα για τις Βουλευτικές Εκλογές η απλή αναλογική εφαρμόζεται σε κατά το δυνατόν πιο ισόρροπες πληθυσμιακά εκλογικές περιφέρειες (καταργούνται οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες, όπως η Β’ Αθηνών). Καταργείται το εκλογικό όριο για την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός κόμματος (σήμερα είναι το 3%). Καταργούνται οι Βουλευτές Επικρατείας.

Κατοχυρώνεται υπό προϋποθέσεις η δυνατότητα ανακλητότητας βουλευτή μιας περιφέρειας για σοβαρό λόγο και μετά από ενυπόγραφο αιτιολογημένο αίτημα σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος της οικείας εκλογικής περιφέρειας.

 

5.   Καθιερώνεται ανώτατο όριο συνολικής βουλευτικής θητείας (το πολύ έως 12 έτη), η υπέρβαση του οποίου θα συνεπάγεται αυτοδίκαια κώλυμα εκλογιμότητας. Καταργούνται τα βουλευτικά προνόμια που αφορούν: α) στη βουλευτική σύνταξη. Για βουλευτές που αναστέλλουν την άσκηση του επαγγέλματος κατά τη διάρκεια της βουλευτικής τους θητείας η Βουλή καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές στον φορέα που ανήκουν. β) καταργείται η αποζημίωση των βουλευτών για συμμετοχή τους σε Επιτροπές της Βουλής, γ) περιορίζονται τα προνόμια σε χώρους και προσωπικό των τέως Πρωθυπουργών.

 

6.    Περιστέλλεται δραστικά το ακαταδίωκτο του βουλευτή (βουλευτική ασυλία) και συνδέεται ρητώς και κατηγορηματικώς με ό,τι αφορά την άσκηση του ελεγκτικού και νομοθετικού του έργου καθώς και την έκφραση γνώμης και μόνον.

Τα ποινικά αδικήματα υπουργών δεν έχουν χρόνο παραγραφής, μπορούν να διερευνηθούν οποτεδήποτε προκύψουν αποδεικτικά στοιχεία.

Στη περίπτωση που η Δικαιοσύνη διερευνά ποινικές υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται Υπουργοί, δεν αποστέλλει το φάκελο στη Βουλή ώστε αυτή να αποφασίσει την πορεία της υπόθεσης, αλλά συνεχίζει κανονικά το έργο της και απαγγέλλει κατηγορίες, εφόσον θεμελιώνει ανάλογη πεποίθηση.     

 

7.       Γίνεται ριζική αλλαγή του νόμου περί χρηματοδότησης των κομμάτων με γνώμονα την απόλυτη διαφάνεια των οικονομικών των κομμάτων και την διαφύλαξή τους ως θεσμών της κοινωνίας και όχι ως γραφειοκρατιών με ίδια συμφέροντα. Με τις αλλαγές προβλέπεται ότι: α) Το Κράτος δεν χρηματοδοτεί τα κόμματα, αλλά αποζημιώνει μέρος των πραγματοποιημένων και αποδεδειγμένων δαπανών στις οποίες έχουν προβεί. β) Η αποζημίωση αυτή από το κράτος καταβάλλεται πάντοτε βάσει φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας των κομμάτων, γ) Δικαίωμα στην κρατική αποζημίωση έχουν όλα τα κόμματα που παρουσίασαν συνδυασμούς στο 50% των εκλογικών περιφερειών και έλαβαν τουλάχιστον το 1% των εγκύρων ψήφων. ε) Η κρατική αποζημίωση λαμβάνει αναδιανεμητικό χαρακτήρα, για λόγους ισότητας στον πολιτικό ανταγωνισμό: τα μικρότερα κόμματα θα αποζημιώνονται με μεγαλύτερο συντελεστή από ότι τα μεγαλύτερα. στ) Το δικαίωμα στην κρατική αποζημίωση μπορεί να το έχουν και οι περιφερειακές / τοπικές οργανώσεις των κομμάτων, εφόσον έχουν αποδεδειγμένα πιστοποιήσει τις δαπάνες αυτές. Η κρατική αποζημίωση δηλαδή δεν θα είναι διαχειρίσιμη οκονομικά μόνον από την ηγεσία ενός κόμματος ζ) απαγορεύεται ο τραπεζικός δανεισμός να υπερβαίνει το 10% της κρατικής αποζημίωσης. Απαγορεύεται ρητώς η υποθήκευση της κρατικής αποζημίωσης σε Τράπεζες. η) απαγορεύεται η ιδιωτική χρηματοδότηση των κομμάτων από off shore εταιρείες, καθώς και οι κάθε είδους χορηγείες εταιρειών προς κόμματα. θ) επεκτείνονται οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων, καθώς και των χρηματοδοτήσεων σε πρόσωπα, πολιτικούς, υπουργούς, κ.λπ. Επίσης, το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει την παραβίαση της εκλογικής νομοθεσίας σε ό,τι αφορά στις προεκλογικές εκστρατείες των υποψηφίων και την υπέρβαση των πλαφόν που έχουν τεθεί νομικά.

Τέλος, ο τηλεοπτικός και ραδιοφωνικός χρόνος που διατίθεται στα πολιτικά κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο δεν κατανέμεται αναλογικά της προηγούμενης εκλογικής δύναμης, αλλά με βάση την αρχή της ισότητας του εκλογικού ανταγωνισμού και σε συνάρτηση με το εύρος της καθόδου κάθε κόμματος στην επικράτεια.

 

8.        Γίνεται ριζική αλλαγή της διοικητικής  αρχιτεκτονικής με τα τρία επίπεδα Κεντρικό Κράτος – Περιφέρειες – Δήμοι να έχουν σαφώς προσδιορισμένες αρμοδιότητες και οικονομικά μέσα.  

Η νέα αρχιτεκτονική θα επιχειρήσει μια βαθειά ανακατανομή πόρων και αρμοδιοτήτων προς «τα κάτω».  Όσο περισσότερες εξουσίες, πόροι ή αρμοδιότητες κατευθύνονται προς τις δύο βαθμίδες της Αυτοδιοίκησης (Περιφέρειες και Δήμοι) και ιδιαίτερα στους Δήμους, τόσο το πολιτικό σύστημα θα γίνεται πιο δημοκρατικό, πιο συμμετοχικό και επιπλέον πιο αποτελεσματικό.

Κατάργηση του συγκεντρωτικού μοντέλου του Καλλικράτη και επαναχάραξη των Δήμων έτσι ώστε να παραχθούν κοινωνικο-οικονομικές ενότητες με υψηλό βαθμό εσωτερικής χωρικής συνοχής, με διακριτή ιστορική-πολιτισμική ταυτότητα αναγνωρίσιμη από την κοινωνική βάση, με εγγύτητα προς τους δημότες έτσι ώστε να ενδυναμωθεί η τοπική πολιτική συμμετοχή.

Καθιέρωση δυνατότητας τοπικών δημοψηφισμάτων και θεσμοθέτηση λαϊκών συνελεύσεων για κρίσιμα τοπικά ζητήματα με δεσμευτικό για τις αρχές χαρακτήρα. Καθιέρωση της ανακλητότητας για όλους τους αιρετούς, κατόπιν αιτήματος του οικείου εκλογικού σώματος.  

 

9.    Εμβάθυνση της διάκρισης μεταξύ δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας. Καταργείται η επιλογή των κορυφών της Δικαιοσύνης από το Υπουργικό Συμβούλιο. Ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος του ΣτΕ, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκλέγονται από Ειδικό Εκλεκτορικό Σώμα με συμμετοχή όλων των μελών του αντίστοιχου δικαστικού σώματος.

 

10.         Ιδρύεται Αρχή Εγγύησης της δημόσιας Περιουσίας – Υπηρεσιών.

Εισάγεται η συνταγματική απαγόρευση της ιδιωτικοποίησης του Νερού, της ΔΕΗ και της ιδιωτικής εκμετάλλευσης των κοινόχρηστων, κοινόκτητων και κοινών αγαθών.

Τα άρθρα 16 και 24 του ισχύοντος Συντάγματος θωρακίζονται ακόμη περισσότερο απέναντι στις βλέψεις των ιδιωτικοποιήσεων.

 Το Κράτος παρέχει κατά προτεραιότητα δωρεάν τα αγαθά της παιδείας, υγείας και περίθαλψης σε όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους της χώρας.

Προβλέπεται ότι οι κρατικές δαπάνες για υγεία, παιδεία, κατοικία εξαιρούνται από τον υπολογισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

 

11.        Δημιουργείται ένα σύγχρονο και δημοκρατικό τοπίο για την επικοινωνία και τα ΜΜΕ  στην Ελλάδα. Στο παλίσιο αυτό υλοποιείται:     

·                Ριζικός επανασχεδιασμός του τοπίου της επικοινωνίας και των ΜΜΕ στο πλαίσιο της κοινωνίας της πληροφορίας. Βασική προϋπόθεση για μια ριζική αλλαγή στο τοπίο της επικοινωνίας αποτελεί η καθιέρωση των επικοινωνιακών δικαιωμάτων κάθε πολίτη και κατοίκου της χώρας, με: α) Ίση πρόσβαση όλων σε όλες τις διαθέσιμες πηγές πληροφόρησης. Προστασία  των Βιβλιοθηκών και κάθε μορφής τραπεζών πληροφοριών και επέκτασή τους, προστασία της πολιτιστικής ταυτότητας όλων. β) έμπρακτη κατοχύρωση του δικαιώματος των πολιτών στην κοινωνία της πληροφορίας. Δωρεάν διαδίκτυο σε όλους. Η πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι ιδιαίτερα σημαντική σε μια χώρα που υστερεί στην ανάπτυξη των σύγχρονων υποδομών και υπηρεσιών. γ) οργανική ενσωμάτωση της κοινωνίας της πληροφορίας στην εκπαίδευση, σύγκλιση της εκπαίδευσης με τον οπτικοακουστικό πολιτισμό και αναπτυγμένο πρόγραμμα οπτικοακουστικού αλφαβητισμού ιδιαίτερα στις μεγαλύτερες ηλικίες, δ) κατοχύρωση του δικαιώματος δίκαιης και ισότιμης μεταχείρισης των πολιτών και των κοινωνικών οργανώσεων από όλα τα ΜΜΕ. Αποκατάσταση όσων θίγονται από τα ΜΜΕ, προστασία όσων βρίσκονται σε δίκη. ε) Δραστική καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, του σεξισμού κατά των γυναικών και ατόμων με μη ετεροφυλοφιλικές σεξουαλικές επιλογές, της θρησκευτικής ή εθνοτικής μισαλλοδοξίας στα ΜΜΕ, καθώς και της διασποράς ψευδών ειδήσεων. στ) Προστασία δημοσιογράφων, ρεπόρτερ κ.ά. κατά την άσκηση του έργου τους, από παρεμβάσεις εκ μέρους των ιδιοκτητών ΜΜΕ και του κράτους ζ) Προστασία των παιδιών από επιβλαβή προϊόντα των ΜΜΕ. η) Προστασία των ατόμων από την ηλεκτρονική παρακολούθηση καθώς και των προσωπικών τους δεδομένων, θ) εποπτικοί μηχανισμοί κατάλληλα στελεχωμένοι για την παρακολούθηση της καλής και συμβατής με το νόμο λειτουργίας των ΜΜΕ.    

·      Επαναχάραξη του χάρτη λειτουργίας των ΜΜΕ στην Ελλάδα, με:

α)     Καθιέρωση της διάκρισης εμπορικής – κοινωνικής ραδιοτηλεόρασης με αντίστοιχα κριτήρια. 

β)     Ενίσχυση των περιφερειακών ραδιοτηλεοπτικών φορέων.

γ)  Αδειοδότηση των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών από μηδενική βάση με τήρηση όλων των νόμιμων προϋποθέσεων και αυστηρά κριτήρια.

δ)    Εξυγίανση των προβληματικών επιχειρήσεων ΜΜΕ και οριστική αντιμετώπιση της διαπλοκής τόσο της παλιάς, από το κράτος, όσο και της νέας, από τις τράπεζες. Δημόσιος έλεγχος για το δημόσιο χρήμα που ρέει άμεσα ή έμμεσα, κρυφά ή φανερά στις επιχειρήσεις ΜΜΕ και σε εκείνες που διαθέτουν ΜΜΕ.  

ε)    Δημιουργία μιας πραγματικά δημόσιας τηλεόρασης. Τηλεόραση για όλους τους πολίτες και όλες τις πολιτικές απόψεις και πολιτιστικές προτιμήσεις. Ιδιαίτερη προσοχή στα δικαιώματα ατόμων με αναπηρία ή ατόμων που υφίστανται διακρίσεις φύλου, θρησκείας, εθνότητας, κοκ

Στ) Αποκόπτεται ο ομφάλιος λώρος μεταξύ κυβέρνησης και δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, καθώς και από ιδιωτικά συμφέροντα. Συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και όλων των ενδιαφερομένων στην εποπτεία της λειτουργίας της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Κατάργηση της διαφήμισης στη δημόσια ραδιοτηλεόραση και του ανταγωνισμού με την ιδιωτική, διαρκής βελτίωση του περιεχομένου των εκπομπών. Συστηματική εκ μέρους της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, διερεύνηση της στάσης του κοινού, καθώς και της συμβολής της στη βελτίωση της ζωής του πληθυσμού.

ζ)   Νέο, συνεργατικό μοντέλο παραγωγής περιεχομένου και αξιοποίηση των νέων μέσων στην παραγωγή και αποστολή περιεχομένου, προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων των παραγωγών της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.