Χριστόφορος Βερναρδάκης TwitterFacebookYouTubeLinkedInGoogle Plus
 



Broadcast live streaming video on Ustream



Σημειώσεις για την εκλογική συμπεριφορά των μικροαστικών και μεσοαστικών κοινωνικών στρωμάτων κατά την περίοδο 1977-2007

·         Η μελέτη της εκλογικής συμπεριφοράς των μικροαστικών (και μεσοαστικών) κοινωνικών στρωμάτων προϋποθέτει ασφαλώς μια αναλυτική και συγκροτημένη θεωρία για τις κοινωνικές τάξεις και τις διαστρωματώσεις τους, αλλά και την συγκυρία μέσα στην οποία συγκροτούνται και αποκτούν «ενιαίες» μορφές ιδεολογικής έκφρασης και πολιτικής εκπροσώπησης. Με άλλα λόγια, προϋποθέτει μια θεωρία για την εξέλιξη του κοινωνικού σχηματισμού στη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά και μια θεωρία για τον τρόπο και τη μορφή συγκρότησης των πολιτικών κομμάτων. Ενα τέτοιο εγχείρημα υπερβαίνει κατά πολύ τις απαιτήσεις και δυνατότητες του παρόντος σημειώματος. Για το λόγο αυτό, ό,τι ακολουθεί ας διαβαστεί περισσότερο ως υπόθεση εργασίας και λιγότερο ως τεκμηριωμένο αποτέλεσμα έρευνας.

 
  • Τα μικροαστικά (και μεσοαστικά) κοινωνικά στρώματα, είτε στην «παραδοσιακή» τους μορφή (μικρή ιδιοκτησία στο εμπόριο και τη βιοτεχνία, αυτοαπασχολούμενοι μικρο-επαγγελματίες, αγρότες μικρής ιδιοκτησίας, κ.λπ) είτε στην πιο «νεότερη» μορφή τους (αυτοαπασχολούμενα επιστημονικά επαγγέλματα, ιδιοκτήτες νέων μικρών επιχειρήσεων, κυρίως στον κλάδο των υπηρεσιών, μεσαία στελέχη του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα) αποτέλεσαν πάντοτε μια κρίσιμη αριθμητική μάζα, η συμμετοχή της οποίας στα εκλογικά σώματα των κομμάτων εξουσίας, αλλά και των κομμάτων της αριστεράς, υπήρξε καθοριστική. Ωστόσο, οι δύο κατηγορίες δεν αποτελούν μια ενιαία οντότητα. Τόσο η οικονομικο-κοινωνική τους θέση στον καταμερισμό εργασίας όσο και η ιδεολογικο-πολιτική τους συγκρότηση, παραπέμπουν σε διαφορετικές «ιστορικές» στιγμές ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Πέραν του διευρυμένου πολιτικού και αριθμητικού τους βάρους αποτελούν ουσιαστικά «δύο» διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, με διαφορετικά σε πολλές περιπτώσεις συμφέροντα και διαφορετικές πολιτικές επιλογές.  Για το λόγο αυτό δεν μπορεί να θεωρήσει κανείς ότι οι δύο μεγάλες αυτές μερίδες είχαν τις περισσότερες φορές ενιαία εκλογική συμπεριφορά. Οι εκλογικές τους διαφοροποιήσεις έδειχναν σε σημαντικό βαθμό τις κοινωνικές και ταξικές διαφοροποιήσεις τους και, ακόμα περισσότερο, τις ιδεολογικές (οικονομικές και κοινωνικές) τους προσδοκίες σε σχέση με την προοπτική της κοινωνικής ένταξής τους. Ετσι, ενώ στις εκλογές του 1981 φαίνεται να κινούνται σχεδόν ενιαία προς το αίτημα της «Αλλαγής» και να ψηφίζουν ΠΑΣΟΚ, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 τα «νέα μικροαστικά στρώματα» αυτονομούνται και στρέφονται σταδιακά είτε προς τη (νεοφιλελεύθερη) δεξιά είτε λειτουργούν ως μοχλός πίεσης και κριτικής προς το «κρατικιστικό» ΠΑΣΟΚ, διαμορφώνοντας το πρώτο εσωκομματικό ρεύμα αντιπολίτευσης με κοινωνικά χαρακτηριστικά.

  • Στο τέλος της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90 τα «νέα μικροαστικά στρώματα» θα έχουν ενταχθεί σε ένα κοινό ιδεολογικό και κοινωνικό μέτωπο με τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και θα αποτελούν τον κινητήριο μοχλό τόσο του αιτήματος για «λιγότερο κράτος και περισσότερη αγορά» όσο και – λίγο αργότερα - του «εκσυγχρονισμού» της ελληνικής κοινωνίας. Από την άποψη αυτή είναι χαρακτηριστική η μετάβαση από τη εν γένει «δημοκρατική» (αντιδεξιά) ψήφο των ελευθέρων επιστημονικών επαγγελμάτων (συμπεριφορά που εκτείνεται από τη δεκαετία του ’60 έως και τα μέσα της δεκαετίας του ’80) σε μια ψήφο «φιλελεύθερη» ή «εκσυγχρονιστική» ή και «νεοφιλελεύθερη». Αντίθετα, τα παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές πιστά στις «κλασικές» πολιτικές τους τοποθετήσεις και λίγο-πολύ στις «παραδοσιακές» εσωτερικές τους διαιρέσεις. Στους κόλπους τους θα συναντήσει κανείς και μια σημαντική επιρροή της παραδοσιακής κομμουνιστικής αριστεράς (ΚΚΕ), αποτέλεσμα της μετεμφυλιακής οικονομικής δραστηριοποίησης στο χώρο της μικρής βιοτεχνίας και του μικρού εμπορίου μιας μερίδας «αποκλεισμένων αριστερών» από το κράτος.
 
  •  Μεταξύ των δύο μικροαστικών μερίδων (της «παλαιάς» και της «νέας») είναι μάλλον ορθό να υποθέσει κανείς ότι είναι τα «νέα μικροαστικά στρώματα» που αποτέλεσαν τον «ηγεμονικό» κοινωνικό κορμό στη διαμόρφωση και εξέλιξη του ΠΑΣΟΚ μετά τη μεταπολίτευση. Η κοινωνική συμμαχία των «μη-προνομιούχων» όπως την ονόμαζε η ηγεσία του, ήταν στην πραγματικότητα - και ανεξαρτήτως προθέσεων και ιδεολογημάτων - μια κοινωνική συμμαχία εργατικών, λαϊκών, παραδοσιακών μικροαστικών και νέων μικροαστικών κοινωνικών στρωμάτων. Η κοινωνική αυτή συμμαχία οργανώθηκε και εκλογικά με τρόπο σταδιακό, με αφετηρία τις εκλογές του 1977 και αποκορύφωμα τις εκλογές του 1985. Στην κοινωνική και εκλογική αυτή συμμαχία το ιδεολογικό, πολιτικό και προγραμματικό βάρος των νέων μικροαστικών στρωμάτων διευρύνεται επίσης σταδιακά, έτσι που σε τελική ανάλυση να μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι αναδεικνύεται στην ηγεμονεύουσα κοινωνική ομάδα της «Αλλαγής» .
 
  •  Η ηγεμονία των «νέων μικροαστικών στρωμάτων» θα συνεχιστεί στο εσωτερικό της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ και μετά τη μετεξέλιξη του κόμματος από «σοσιαλιστικό» σε «εκσυγχρονιστικό». Η κοινωνική συμμαχία των «μη-προνομιούχων» θα μετασχηματιστεί περίπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90 στην κοινωνική συμμαχία του «εκσυγχρονισμού», δηλαδή μια συμμαχία αστικών κοινωνικών μερίδων με τα «νέα μικροαστικά – μεσοαστικά στρώματα» και με την ισχυρή παρουσία των μισθωτών στρωμάτων του δημόσιου τομέα (απομεινάρι της «σοσιαλδημοκρατικής» εποχής του ΠΑΣΟΚ). Η ηγεμονική δύναμη και στην κοινωνική-εκλογική αυτή συμμαχία εξακολουθεί να είναι η μερίδα των «νέων μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων».
 
  •  Η επικράτηση της ΝΔ το 2004, αλλά και η επανεκλογή της στις εκλογές του 2007, θα συντελεστεί στο έδαφος της πολιτικής μετακίνησης της μεγάλης μάζας των μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων από το ΠΑΣΟΚ προς αυτήν. Η εκτεταμένη οικονομική διαφθορά σημαντικών τομέων του κράτους, αλλά και η συμπίεση των (ανθηρών στις αρχές της δεκαετίας του ’00) προσωπικών οικονομικών τους, αποτέλεσαν την αιτία της (εκλογικής) μετακίνησης. Η κοινωνική-εκλογική συμμαχία της ΝΔ εμφανίζεται και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις πολύ διευρυμένη, με την ισχυρή ιδεολογικο-προγραμματική παρουσία των αστικών και εργοδοτικών στρωμάτων, την ισχυρή αριθμητικά επιρροή των μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων και την αξιοσημείωτη παρουσία «φτωχών» και προλεταριοποιημένων κοινωνικών ομάδων, κυρίως μη-ενεργού πληθυσμού. Το ζήτημα που είναι διερευνητέο στην περίπτωση αυτή είναι αν η ηγεμονική παρουσία των μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων εξακολουθεί να ισχύει (όπως επί ΠΑΣΟΚ) ή αν, αντίθετα, η εκλογική και κοινωνική συμμαχία της ΝΔ είναι πολύ πιο συμπαγής υπό την ηγεμονία της κατεξοχήν αστικής τάξης και των νεοφιλελεύθερων επιλογών της. Οι πολιτικές που ασκεί η ΝΔ ως κυβέρνηση τείνουν υπέρ της δεύτερης εκδοχής. Για πρώτη φορά μετά τη δεκαετία του ’90 η «ατμομηχανή» του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι τα νέα μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα, αλλά οι ίδιες οι εργοδοτικές αστικές μερίδες με την ενεργή συμπαράταξη των μικροαστικών και μεσοαστικών κοινωνικών ομάδων.